Το κατηγορούμενο είναι η λέξη με την οποία αποδίδεται στο υποκείμενο ένα γνώρισμα.
Τα ρήματα που συνδέουν το υποκείμενο με το κατηγορούμενο ονομάζονται συνδετικά.
Συνδετικά ρήματα : εἰμί, ὑπάρχω, τυγχάνω, διατελῶ, ἒφυν (γεννήθηκα), πέφυκα (είμαι από την φύση μου), γίγνομαι, καθίσταμαι, ἀποβαίνω, φαίνομαι, νομίζομαι, κρίνομαι, ὑπολαμβάνομαι (θεωρούμαι), λέγομαι, καλοῦμαι, ὀνομάζομαι, ἀκούω (έχω τη φήμη, χαρακτηρίζομαι), αἱροῦμαι (εκλέγομαι), ἀποδείκνυμαι (διορίζομαι), χειροτονοῦμαι, λαγχάνω (εκλέγομαι με κλήρο).
Το κατηγορούμενο μπορεί να είναι επίθετο, ουσιαστικό, αντωνυμία (και συμφωνεί με το υποκείμενο του ρήματος ως προς τον αριθμό και την πτώση), επίρρημα, εμπρόθετος προσδιορισμός και ονοματική πρόταση.
→ Όταν το κατηγορούμενο είναι ουσιαστικό, μερικές φορές δεν τίθεται σε ονομαστική πτώση, σύμφωνα με τον κανόνα, αλλά σε γενική που ονομάζεται γενική κατηγορηματική. Μπορεί να δηλώνει:
1) Κτήση (γενική κατηγορηματική κτητική)
π.χ. Ὁ ἀγρός ἐστι Τιμοξένου.
2) Ένα σύνολο, του οποίου το υποκείμενο αποτελεί μέρος (γενική κατηγορηματική διαιρετική)
π.χ. Ἀγησίλαος ἦν τῶν στρατηγῶν.
3) Ύλη (γενική κατηγορηματική της ύλης)
π.χ. Ὁ στέφανος ἐστι χρυσοῦ.
4) Ιδιότητα (γενική κατηγορηματική της ιδιότητας)
π.χ. Πολλοί ἦσαν τῆς αὐτῆς γνώμης. (= είχαν την ίδια γνώμη)
5) Αξία (γενική κατηγορηματική της αξίας)
π.χ. Ὁ σῖτος ἦν ταλάντου. (=άξιζε ένα τάλαντο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου